Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
αἱμορραγικῶς
αἱμορραγώδης
αἱμόρραντος
αἱμορραγώδης,
ης, ες
[
ᾰ
] qui concerne les hémorrhagies,
Hpc.
78
h
.
Étym.
αἱμορραγής, -ωδης
.