ἑϐδομηκοντοῦτις

ἑϐδομηκοστόδυον

ἑϐδομηκοστόμονον
ἑϐδομηκοστό·δυον, ου (τὸ) la 72e partie, Plut. M. 932a.
Étym. ἑϐδομηκοστός, δύο.