Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
ἑκατονταέτης
ἑκατονταετία
ἑκατονταθύσανος
ἑκατονταετία,
ας
(
ἡ
) [
ᾰτᾰ
] période de cent ans, siècle,
Phil.
1, 101
.
Étym.
ἑκατονταέτης
.