ἑπταῖος

ἑπτακαίδεκα

ἑπτακαιδεκαέτης
ἑπτα·καί·δεκα (οἱ, αἱ, τὰ) [ᾰᾰ] indécl. dix-sept, Hdt. 1, 50 ; Xén. Cyr. 1, 2, 8 ; Hell. 4, 5, 17, etc.