ἰσοτενής

ἰσοτετράγωνος

ἰσότης
ἰσο·τετράγωνος, ος, ον [Ῡᾰ] à quatre angles égaux, Héron p. 238, 241 Wescher, Poliorcétique des Grecs.
Étym. ἴ. τετράγωνος.