Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
καινοποιΐα
καινοποιός
καινοπραγία
καινο·ποιός,
ός, όν,
qui innove, novateur,
Naz.
2, 608 Migne
.
Étym.
κ. ποιέω
.