Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
κάλλιχθυς
καλλίχοιρος
Καλλιχόρη
καλλί·χοιρος,
ος, ον
[
ῐ
] qui produit de beaux cochons,
Arstt.
H.A.
6, 18, 29
.
Étym.
κ. χοῖρος
.