Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
καταμιμνῄσκομαι
κατάμιξις
καταμίσγω
κατάμιξις,
εως
(
ἡ
) mélange,
Plut.
M.
1110
a
;
Diosc.
Al.
p. 396
.
Étym.
καταμίγνυμι
.