Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
καταγαργαλίζω
καταγγελεύς
καταγγελία
καταγγελεύς,
έως
(
ὁ
) qui annonce, qui proclame,
NT.
Ap.
17, 18,
etc.
Étym.
καταγγέλλω
.