Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
κατοπτήρ
κατοπτήριος
κατόπτης
κατοπτήριος,
ος, ον,
propre à observer,
Str.
423 ;
E. Byz.
v
o
ἀνεμώρεια
.
Étym.
*κατόπτομαι
.