Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
κοινοϐουλευτικός
κοινοϐουλέω-ῶ
κοινοϐούλιον
κοινο·ϐουλέω-ῶ,
délibérer en commun,
Xén.
Lac.
13, 1
.
Étym.
κοινός, βουλή
.