Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
κρυψίδρομος
κρυψιμέτωπος
κρυψίνοος-ους
κρυψι·μέτωπος,
ος, ον
[
ῐ
] qui cache le visage,
Luc.
Lex.
7
.
Étym.
κρύπτω, μέτωπον
.