Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
κρύσταλλον
κρυσταλλόπηκτος
κρυσταλλοπήξ
κρυσταλλό·πηκτος,
ος, ον,
congelé, glacé,
Eur.
Rhes.
441
.
Étym.
κρύσταλλος, πήγνυμι
.