Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
μαρμαρῶπις
μαρμαρωπός
μάρναμαι
μαρμαρ·ωπός,
ός, όν
[
ᾰρω
]
c. le préc.
Eur.
H.f.
883
.