Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
Νεφελοκοκκυγιεύς
νεφελώδης
νεφελωτός
νεφελώδης,
ης, ες,
nuageux,
Man.
4, 22 ;
Polyen
4, 6, 13
.
Étym.
ν. -ωδης
.