Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
οὐρητικός
οὐρία
οὐρίαχος
οὐρία,
ας
(
ἡ
)
v.
οὔριος
.
οὐρία,
ας
(
ἡ
) sorte de plongeon,
oiseau aquatique,
Ath.
395
e
.