Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
πεντέδραχμος
πεντεκαίδεκα
πεντεκαιδεκάγωνον
πεντε·καί·δεκα
(
οἱ, αἱ, τά
)
indécl.
quinze,
Hdt.
1, 103,
etc. ;
Att.
etc.
Étym.
π. κ. δέκα
.