Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
πεντηκονταετία
πεντηκονταέτις
πεντηκοντακαιτριετής
πεντηκοντα·έτις,
ιδος
(
ἡ
) [
ῐδ
]
fém. de
πεντηκονταέτης,
Thc.
5, 32
.