Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
περιγίγνομαι
περιγλαγής
περιγληνάομαι-ῶμαι
περι·γλαγής,
ής, ές
[
ᾰ
] plein de lait,
Il.
16, 642
.
Étym.
π. γλάγος
.