Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
περπερεία
περπερεύομαι
πέρπερος
περπερεύομαι,
être léger, frivole, étourdi,
NT.
1 Cor.
13, 4 ;
M. Ant.
5, 5
.
Étym.
πέρπερος
.