Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
φθισίϐροτος
φθισικεύομαι
φθισικός
φθισικεύομαι
[
ῐῐ
]
c.
φθισιάω,
Gal.
p. 529, 552
.
Étym.
φθισικός
.