Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
φωταγωγέω-ῶ
φωταγωγία
φωταγωγός
φωταγωγία,
ας
(
ἡ
)
[
ᾰγ
] action d’éclairer, d’illuminer,
Naz.
Étym.
φωταγωγός
.