Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
πλαγιοφύλαξ
πλαγιόω-ῶ
πλαγίως
πλαγιόω-ῶ
[
ᾰ
]
c.
πλαγιάζω
,
Xén.
Eq.
7, 16
.