Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
πλειονομοιρέω-ῶ
πλειονότης
πλειονοψηφία
πλειονότης,
ητος
(
ἡ
)
quantité plus grande,
Nicom.
Harm.
p. 18
.
Étym.
πλείων
.