Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
πραγματοκοπέω-ῶ
πραγματολογέω-ῶ
πραγματομαθής
πραγματο·λογέω-ῶ
[
μᾰ
]
1
faire un récit détaillé,
Arstt.
Rhet. Al.
32, 2
||
2
discuter, chicaner,
DL.
9, 62
.
Étym.
πρ. λόγος
.