Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
προκατασκιρρόω-ῶ
προκατάστασις
προκαταστατικός
προκατάστασις,
εως
(
ἡ
) [
στᾰ
] préambule
ou
sommaire d’un discours,
DH.
Rhet.
7, 4
.
Étym.
προκαθίστημι
.