προμνηστική

προμνηστῖνοι

προμνήστρια
προμνηστῖνοι, Od. 21, 230, et προμνηστῖναι, Od. 11, 233, qui vont l’un après l’autre.
Étym. προμένω ; pour le suff. cf. ἀγχιστῖνος.