Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
προοδοποιέω-ῶ
προοδοποιητικός
πρόοδος
προοδοποιητικός,
ή, όν,
qui ouvre la voie,
Gal.
14, 759
.
Étym.
προοδοποιέω
.