Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
προσωπολήπτης
προσωποληψία
πρόσωπον
προσωποληψία,
ας
(
ἡ
) partialité,
NT.
Rom.
2, 11 ;
Col.
3, 25,
etc.
Étym.
προσωπολήπτης
.