Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
πρηστήρ
πρηστηροκράτωρ
πρηστικός
πρηστηρο·κράτωρ,
ορος
(
ὁ
) [
ᾰ
] maître de la foudre,
Syn.
Hymn.
3, 161
.
Étym.
πρηστήρ, κρατέω
.