Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
σκευοφορικός
σκευοφόριον
σκευοφοριώτης
σκευοφόριον,
ου
(
τὸ
) sorte de brancard,
c.
ἀναφορεύς,
Plat. com.
2-2, 633 Mein.
Étym.
σκευοφόρος
.