Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
σπερμαίνω
σπερματία
σπερματίας σικυός
σπερματία,
ας
(
ἡ
) [
μᾰ
] semence,
Symm.
Ps.
64, 10
.
Étym.
σπέρμα
.