Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
σπερματικῶς
σπερμάτιον
σπερματισμός
σπερμάτιον,
ου
(
τὸ
) [
ᾰ
]
dim. de
σπέρμα,
Th.
H.P.
9, 20, 1 ;
Diosc.
2, 211 ;
M. Ant.
12, 26
.