Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
συκοφαντώδης
συκόφασις
συκοφορέω-ῶ
συκό·φασις,
εως
(
ἡ
)
[
ῡᾰ
]
c.
συκοφαντία,
Anth.
7, 107
.