Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
τριγέννητος
τριγερήνιος
τριγέρων
τρι·γερήνιος,
ος, ον
[
ρῐ
] qui a trois fois l’âge de Nestor le Gérénien,
M. Ant.
4, 50
.
Étym.
τρεῖς, Γερήνιος
.