Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
τριταιογενής
τριταιογενῶς
τριταῖος
τριταιογενῶς
[
ῐ
]
adv.
c.
τριταϊκῶς,
Hpc.
Coac.
167
.
Étym.
τριταιογενής
.