Ἀγοράκριτος

Ἀγοράναξ

ἀγορανομέω-ῶ
Ἀγορ·άναξ, ακτος () [ᾰᾱν] Agoranax, poète de Rhodes, Anth. 7, 311.
Étym. ἀγ. ἄν.