δευτερολόγος

Δευτερονόμιον

δευτερόπρωτος
Δευτερο·νόμιον, ου (τὸ) Deutéronome (litt. seconde loi ; cf. δεύτερος νόμος, Naz. 3, 473 a Migne) nom du 5e livre du Pentateuque, Spt. Deut. (titre) ; cf. Spt. Jos. 8, 32.
Étym. δ. νόμος.