Μεγαλοπολίτης

Μεγαλοπολιτικός

Μεγαλοπολῖτις
Μεγαλοπολιτικός, ή, όν [ᾰῑτ] de Mégalopolis, Plut. Phil. 6 ; ἡ Μεγαλοπολιτική, Plut. Cleom. 12 et 23, le territoire de Mégalopolis.
Étym. Μεγαλόπολις.