Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
μητροκασιγνήτη
Μητροκλῆς
μητροκτονέω-ῶ
Μητρο·κλῆς,
έους
(
ὁ
)
Mètroklès,
h.
Plut.
M.
468
a
.
Étym.
μήτηρ, κλέος
.