Συϐαρίτης

Συϐαριτικός

Συϐαρῖτις
Συϐαριτικός, ή, όν [ῠᾰῑτ] de Sybarite, Ar. Vesp. 1259 ; El. V.H. 14, 20 (Σύϐαρις 1).