ἀριστοκρατικός

ἀριστοκρατικῶς

Ἀριστοκρέων
ἀριστοκρατικῶς, adv. aristocratiquement, Arstt. Pol. 4, 15, 20, etc. ; Cic. Att. 1, 14 ; 2, 3 ; Str. 179, etc.