Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
ἀτέλεια
ἀτελείωτος
ἀτελεσιούργητος
ἀ·τελείωτος,
ος, ον,
inachevé,
DL.
8, 57
.
Étym.
ἀ, τελειόω
.