ὑπομνηματογραφέω-ῶ

ὑπομνηματογράφος

ὑπόμνησις
ὑπομνηματο·γράφος, ου () [ᾰᾰ]
1 auteur de mémoires, annaliste, Jul. 411c ; Hermès (Stob. Ecl. 1, 950) ||
2 à Alexandrie, le second magistrat municipal, Str. 797.
Étym. ὑπόμνημα, γράφω.