Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
ἡσυχικός
ἡσύχιμος
ἡσύχιος
*ἡσύχιμος,
dor.
ἁσύχιμος,
ος, ον
[
ᾱῠ
]
c.
ἥσυχος,
Pd.
O.
2, 58
.