Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
ὀρνεόϐρωτος
ὀρνεοθηρευτικός
ὀρνεόμορφος
ὀρνεο·θηρευτικός,
ή, όν,
c.
ὀρνιθοθηρευτικός,
Ath.
25
d
.