Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
παλίσσυτος
παλίστρεπτος
παλίωξις
παλί·στρεπτος,
ος, ον
[
ᾰ
]
c.
παλίνστρεπτος,
Nic.
Th.
679
.