Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
πολλαπλασιόω-ῶ
πολλαπλασίων
πολλαπλασίως
πολλαπλασίων,
ων, ον,
gén.
ονος
[
ᾰσ
]
c.
πολλαπλάσιος,
Pol.
35, 4, 4 ;
Plut.
M.
215
b
.