Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
σκληραγωγία
σκληράργιλλος
σκληραύχην
σκληρ·άργιλλος,
ου,
adj. f. :
γῆ,
Geop.
9, 4, 5,
argile dure.
Étym.
σκληρός, ἄργιλλος
.