Bailly.app
Signets
Paramètres
À propos
στερίσκω
στεριφοποιέω-ῶ
στέριφος
στεριφο·ποιέω-ῶ
[
ῐ
] affermir, consolider,
Suid.
Étym.
στέριφος, ποιέω
.